ΚΑΝΝΕΣ 2019: Ο αγώνας ενός ατόμου ενάντια στο φασισμό

Δυο ακόμη αριστουργηματικές ταινίες, «Μια κρυμμένη ζωή», μια ραψωδία ενάντια στον πόλεμο από τον Αμερικανό Τέρενς Μάλικ και «Η λίμνη με τις αγριόπαπιες», ένα βουτηγμένο σε μαύρη ατμόσφαιρα φιλμ νουάρ του Κινέζου Ντιάο Γινάν, προστέθηκαν στα φαβορί εκείνα που θα διαγωνιστούν για το Χρυσό Φοίνικα του 72ου φεστιβάλ των Κανών.

Ενώ, σήμερα, αναμένεται να προβληθεί μια άλλη πολυαναμενόμενη ταινία, «Ο νεαρός Αχμέντ» των αδερφών Ζαν-Πιέρ και Λικ Νταρντέν, δυο σημαντικών, βραβευμένων στο παρελθόν, δυο φορές με το Χρυσό Φοίνικα, σκηνοθετών.
 
Με την ταινία του «Μια κρυμμένη ζωή», ο Τέρενς Μάλικ (βραβευμένος το 2011 με το Χρυσό Φοίνικα για το «Δέντρο της ζωής») συνδυάζει την ομορφιά της φύσης που συναντήσαμε στις πρώτες ταινίες του («Badlands» και «Μέρες ευτυχίας»), με τα μεγάλα κοινωνικά/πολιτικά θέματα που συναντήσαμε σε κατοπινές ταινίες του (ιδιαίτερα στη «Λεπτή κόκκινη γραμμή») για να μας μιλήσει για βασικά ηθικά, πνευματικά και πολιτικά θέματα που δεν έπαψαν να απασχολούν τις κοινωνίες μας. Θέματα που αναπτύσσει μέσα από μια αληθινή ιστορία, εκείνη του Αυστριακού Φραντζ Γιάγκερστάτερ (ένας εξαίρετος Αουγκούστ Ντιλ, που ερμήνευε τον αξιωματικό των Ες-Ες στην ταινία του Ταραντίνο «Inglorious Basterds»), ενός πιστού Καθολικού, αντιρρησία συνείδησης, που, στη διάρκεια του β΄ παγκόσμιου πολέμου, επειδή αρνήθηκε να δηλώσει υποταγή στον Χίτλερ και να υπηρετήσει στο στρατό του Γ΄Ράιχ, φυλακίστηκε, βασανίστηκε και εκτελέστηκε.
 
Η ταινία αρχίζει με ένα πρόλογο, με επίκαιρα από την περίοδο της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία, πριν μας μεταφέρει, στα 1939, σ’ ένα ορεινό ειδυλλιακό χωριό της Αυστρίας, όπου ο αγρότης Φραντζ και η γυναίκα του, Φάνη, περνούν, μαζί με τις τρεις μικρές ξανθές κόρες τους, ειδυλλιακές μέρες (παρόμοιες με εκείνες στις «Μέρες ευτυχίας»), ώσπου, μεταφερόμαστε, ξαφνικά, στα 1940, όταν ο Φραντζ καλείται να υπηρετήσει στη Στρατιωτική Βάση. Εκεί, ενώ οι άλλοι συνάδελφοί του αρχίζουν να υποτάσσονται στις χιτλερικές απαιτήσεις (η παράδοση της Αυστρίας στον Χίτλερ περνάει έμμεσα), ο Φραντζ αρνείται ακόμη και να χαιρετήσει χιτλερικά τους ανώτερούς του.
 
Η επιστροφή του στο χωριό και η άρνησή του, αρχικά, να καταταγεί στο γερμανικό στρατό, αντιμετωπίζεται εχθρικά από τους συμπολίτες του που είτε τον αποφεύγουν, είτε προσπαθούν, όπως ο ρατσιστής δήμαρχος του χωριού, να τον μεταπείσουν. «Τι συμβαίνει στη χώρα μας; Με τόσες άλλες φυλές, με τους μετανάστες;», τον ρωτάει, όπως ρωτάνε σήμερα τους Αυστριακούς οι ηγέτες της ακροδεξιάς κυβέρνησης; Δεν είναι τυχαίο, που ο Μάλικ επέλεξε σήμερα αυτή την ιστορία, σε μια περίοδο που τόσο η Αυστρία όσο και η Πολωνία, μαζί με άλλα ακροδεξιά κόμματα που εκμεταλλεύονται τη φτώχεια, τους μετανάστες και τη λιτότητα, για να επιβάλουν τα δικά τους νεοφασιστικά σχέδια. Ο Χριστιανός όμως Φραντζ, πιστός στη θρησκεία του (όχι όμως στην εκκλησία, όπως ανακαλύπτουμε πολύ σύντομα), που πιστεύει στην ειρήνη και είναι ενάντια σε κάθε πόλεμο, στρέφεται αρχικά στον ιερέα του χωριού και στη συνέχεια στον Επίσκοπο της περιοχής του, που αρνούνται να τον υποστηρίξουν. «Η θυσία σου δεν θα έχει όφελος για κανένα», θα του πει ο ένας, ενώ ο ανώτερός του, θα αποφύγει την όποια συμβουλή, με τον Φραντζ να του απαντάει, «ο θεός μας έδωσε την ελεύθερη βούληση, γι’ αυτό και είμαστε υπεύθυνοι για όσα κάνουμε και όσα δεν κάνουμε».      
 
Αργότερα, ο Φραντζ θα κληθεί να υπηρετήσει στο στρατό, η άρνησή του όμως να πολεμήσει θα τον οδηγήσει το 1943 σε φυλακή στο Βερολίνο, όπου, με διάφορους τρόπους, οι εκπρόσωποι των Ες-Ες και αργότερα ο δικηγόρος του (όταν καταδικαστεί σε θάνατο και του προτείνεται να υπογράψει ένα κείμενο μετάνοιας), προσπαθούν να τον μεταπείσουν. Παράλληλα με τις σκηνές του βασανισμένου αλλά αποφασισμένου να αντισταθεί με το δικό του τρόπο, Φραντζ στη φυλακή, η ζωή στο χωριό συνεχίζεται αν και όχι με την ίδια ειδυλλιακή εικόνα των πρώτων σκηνών. Οι κάτοικοι αντιμετωπίζουν εχθρικά τη Φάνη και τα παιδιά της (στη διάρκεια του θερισμού τις βρίζουν, ξένα παιδιά τους ρίχνουν λάσπες στα πρόσωπα των τριών κοριτσιών, ενώ μια γυναίκα φτύνει τη Φάνη), αν και, υπάρχουν και στιγμές που κάποια άλλα άτομα δείχνουν να τις συμπαθούν (μια γυναίκα τη βοηθάει να μαζέψει τα πράγματά της που άλλοι της είχαν ρίξει στο έδαφος, ενώ η ίδια η Φάνη βοηθά μιαν, εγκαταλειμμένη από τους άλλους, μοναχική γυναίκα).
 
Ο Μάλικ, με το εκπληκτικό όπως πάντα, εικαστικά λαμπρό, στιλ του, με την αγάπη του για τη φύση (τα δέντρα, τον άνεμο, τα ποτάμια, τα ζώα, τη γη) που δυστυχώς δεν πάψαμε να καταστρέφουμε (φύση που τόσο είχε εξάρει σε ταινίες όπως «Το δέντρο της ζωής» και «Μέχρι το θαύμα»), με λυρισμό και ποίηση, με ωραία χρήση της μουσικής, ιδιαίτερα της κλασικής (μαζί και του Μπαχ), καθώς και με τα θέματα που θέτει, με τρόπο πάντα διαλεκτικό, όπως στις συζητήσεις με τους δυο εκπροσώπους της εκκλησίας όσο και με εκείνη με τον δικαστή (ο Μπρούνο Γκανζ εξαίρετος σ’ ένα μικρό αλλά σημαντικό ρόλο) καθώς και με τις παράλληλες σκηνές που μοντάρει με ακρίβεια ελεγχόμενη ισορροπία, όπου μπροστά στην ομορφιά και το μεγαλείο της φύσης (με τα ωραία χρώματα της φωτογραφίας του Γιόργκ Βίντμερ) αντιπαραθέτει την ωμότητα και τη βία  μιας αρρωστημένης κοινωνίας, καταφέρνει, παρά τις τρεις ώρες που διαρκεί η ταινία, να κρατήσει το ενδιαφέρον σου από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό. Κι αν ο Φραντζ πιστεύει πως ο Θεός είναι εκείνος που τελικά θα τον δικαιώσει, ο Μάλικ αφήνει πολύ πιο ανοικτό το φινάλε του, όταν, με την επιστροφή στους αγρούς, ακούμε τη γυναίκα του, που συνεχίζει να τους καλλιεργεί, να μας λέει πως η θυσία του Φραντζ δεν πήγε χαμένη γιατί η παρουσία του εξακολουθεί να υπάρχει ακριβώς σ’ αυτούς τους αγρούς, στη γη που αγάπησε και που υπηρέτησε με τον καλύτερο τρόπο που μπορούσε.
 
Στο φιλμ νουάρ στρέφεται για μια ακόμη φορά, ύστερα από τη βραβευμένη στο Βερολίνο ταινία του, «Μαύρο κάρβουνο, λεπτός πάγος» (Χρυσή Άρκτο του 2014), ο Κινέζος σκηνοθέτης Ντιάο Γινάν, με την ταινία του «Η λίμνη με τις αγριόπαπιες». Μια γυναίκα, η Γκουέι, η μοιραία  (η «femme fatale») των κλασικών νουάρ, συναντά έναν τραυματισμένο άντρα, τον Ζου, κοντά σ’ ένα σιδηροδρομικό σταθμό. Συνάντηση που θα μας οδηγήσει σε δυο μεγάλα φλας-μπακ, όπου θα μάθουμε για την μέχρι τότε πορεία και των δυο. Ο Ζου, κυνηγημένος από την αστυνομία, είχε πάρει μέρος σε μια συνάντηση συμμοριών για τον έλεγχο της περιοχής, συνάντησε που κατέληξε σε άγρια σύγκρουση, ενώ με το κυνηγητό που ακολούθησε, ο Ζου σκότωσε έναν αστυνομικό. Η Γκουέι είναι μια πόρνη που προσφέρει τις υπηρεσίες της στην περιοχή γύρω από τη λίμνη του τίτλου (περιοχή κοντά στην πόλη Γιουχάν της Κεντρικής Κίνας), και που τώρα έχει σταλεί από τον αρχηγό της συμμορίας να βοηθήσει (αν και ποτέ δεν είσαι σίγουρος με τις μοιραίες γυναίκες) τον Ζου να γλιτώσει από την αστυνομία. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας εκτυλίσσεται γύρω από, και μέσα στη λίμνη του τίτλου με τον Γου να προσπαθεί με διάφορους τρόπους να διαφύγει την αστυνομία η οποία, με τη σειρά της, στήνει διάφορες ενέδρες για να μπορέσει να τον συλλάβει.
 
Οπως σε κάθε φιλμ νουάρ, όπου η ατμόσφαιρα είναι μαύρη (κατάμαυρη σ’ αυτή την περίπτωση), δεν μπορείς παρά να περιμένεις το θάνατο του κυνηγημένου. Αυτό όμως που κατάφερε ο Ντιάο Γιαν είναι να φτιάξει μια συναρπαστική ταινία με θέματα όπως ο έλεγχος, η εξουσία, η φιλία, ο έρωτας αλλά και η προδοσία. Με σκηνές δοσμένες με αρκετή πρωτοτυπία και εκπλήξεις, συχνά με λυρική διάθεση, με εξαίρετο ρυθμό, με ευρηματικές ανατροπές, με ένα συνεχές, που δεν σε αφήνει να πάρεις αναπνοή, σασπένς, αντιπαραθέτοντας τις ήρεμες σκηνές με σκηνές βίαιων, ιδιαίτερα ωμών όταν χρειάζεται, εξάρσεων, από τις οποίες δεν λείπει κι ένα μαύρο χιούμορ (όπως στη σκηνή που ο Γου σκοτώνει έναν αντίπαλό του με μια, πιστέψτε το ή όχι, ομπρέλα), συχνά δοσμένες με σουρεαλιστική νότα, με εκπληκτικές συνθέσεις πλάνων αλλά κι ένα εντυπωσιακό συχνά μοντάζ.        
 
Στην ταινία «Το πορτρέτο ενός φλεγόμενου κοριτσιού» της Ιταλίδας Σελίν Σιαμά (διαγωνιστικό τμήμα), η σκηνοθέτρια στρέφεται σε μια ταινία εποχής για να καταγράψει τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δυο γυναίκες και που θα καταλήξει σε ένα λεσβιακό έρωτα: μια ζωγράφο, που φτάνει σε ένα νησί για να ζωγραφίσει μια νεαρή γυναίκα, με τον πίνακα που θα σταλεί στο Μιλάνο, στον μελλοντικό της σύζυγο, με τον οποίο σχεδιάζει να την παντρέψει η μητέρα της. Η Σιαμά αναπτύσσει με λεπτότητα, με επιμονή στις λεπτομέρειες τόσο της εποχής όσο και στη συμπεριφορά των τριών πρωταγωνιστριών της (εξαίρετες στους δυο ρόλους των δυο κοριτσιών, οι Αντέλ Ενέλ και Νοεμί Μερλάν, καθώς και η Βαλέρια Γκολίνο στο ρόλο της μητέρας), καθώς και στην όλη ατμόσφαιρα γύρω από το ρόλο των γυναικών (όπως στις σκηνές της έκτρωσης, ή εκείνες μιας βραδιάς μαγείας, με τις γυναίκες της περιοχής να ψάλλουν ένα παράξενο τραγούδι), ενώ, ταυτόχρονα, καταφέρνει να δώσει στο μύθο της Ευρυδίκης και του Ορφέα μια διαφορετική, ωραία εκδοχή. Μια ωραία, δοσμένη με αίσθημα, ταινία με ερμηνείες που αξίζουν κάποιο από τα βραβεία του φεστιβάλ.      
  
Πηγή: (ΚΥΠΕ)

Τελευταία Ενημέρωση: 06 Φεβρουαρίου 2021 - 03:38

Τελευταιες Ειδησεις

29 Μαρτίου
Επίσκεψη Ερντογάν στις ΗΠΑ τον Μάιο
12:31
Πρόστιμα ύψους 80 χιλιάδων ευρώ σε 40 παρόχους υγείας για καταχρήσεις στο ΓΕΣΥ
12:24
Τμήμα Μετεωρολογίας 2ο Δελτίο Καιρού 29/3/2024
11:59
Σύλληψη δύο προσώπων για υπόθεση εμπορίας ναρκωτικών
11:47
Σε δίωρη στάση εργασίας κατέρχονται οι χαμηλόμισθοι δημόσιοι υπάλληλοι της Ισότητας
11:33
Η Ρωσία επιτέθηκε εναντίον τριών θερμοηλεκτρικών εργοστασίων της Ουκρανίας
11:10
Ελλάδα: Σε λαϊκό προσκύνημα η σορός του Μιχάλη Χαραλαμπίδη
10:26
Ελλάδα: Δύο ισχυροί σεισμοί σημειώθηκαν το πρωί στο Ιόνιο
09:48
Στην Κύπρο τη Δευτέρα η Ρομπέρτα Μέτσολα
09:04
Αυστηρές προειδοποιήσεις Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κατά των οριζόντιων μέτρων
08:07
Σήμερα η απάντηση του ελληνικού δικαστηρίου για τον θάνατο της κόρης της Τζωρτζίνας Δασκαλάκη
07:04
Τίτλοι Ειδήσεων: Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024
07:00
Όλες οι ειδήσεις

Video on Demand

Η υπηρεσία ΡΙΚFLIX δίνει την ευκαιρία στους τηλεθεατές που κατέχουν έξυπνες τηλεοράσεις οι οποίες υποστηρίζουν την εφαρμογή της υβριδικής τηλεόρασης (HbbTV) με την χρήση του κόκκινου κουμπιού -που βρίσκεται στο κάτω μέρος του τηλεκοντρολ-να μεταφέρονται σε διαδυκτιακό περιβάλλον απο όπου μπορούν να παρακολουθήσουν εταιροχρονισμένα τα προγράμματα του ΡΙΚ.

Όταν κάποιος τηλεθεατής είναι συντονισμένος στις συχνότητες τις Επίγειας Ψηφιακής Πλατφόρμας (DVB-T) του ΡΙΚ και παρακολουθεί ΡΙΚ 1 , ΡΙΚ 2 ή ΡΙΚHD και ο δέκτης του υποστηρίζει την εν λόγω εφαρμογή στο κάτω μέρος της οθόνης του θα παρουσιαστέι για λίγα δευτερόλεπτα ένα εικονίδιο που θα τον καλέι να πατήσει το κόκκινο κουμπί. Πατώντας το κόκκινο κουμπί εισέρχεται στην πλατφορμα ΡΙΚFLIX. Σε περίπτωση που ο τηλεθεατής θέλει να επανέλθει στην ζωντανή ροή εκπομπής θα πρέεπι να ξαναπατήσει το κόκκινο κουμπί.