Toυ Θανάση Γκαβού
Σχεδόν πενήντα ημέρες απομένουν για τις κρίσιμες εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο και το αποτέλεσμα προδιαγράφεται ως το πιο αμφίρροπο εδώ και δεκαετίες.
Χαρακτηριστικό της μεταβολής που έχει υποστεί το πολιτικό σκηνικό της χώρας είναι ότι επί εβδομάδες η συζήτηση που κυριάρχησε ήταν πόσοι πολιτικοί αρχηγοί θα συμμετάσχουν στην ή στις τηλεοπτικές αναμετρήσεις μεταξύ των κομμάτων – πλέον δε μιλάμε μόνο για Συντηρητικούς, Εργατικούς και Φιλελεύθερους Δημοκράτες, αλλά και για UKIP, Πρασίνους, ακόμα και για τους Σκωτσέζους εθνικιστές του SNP.
Ο Ντέιβιντ Κάμερον (των Συντηρητικών) έχει να ανησυχεί για τους ευρωσκεπτικιστές του UKIP του Νάιτζελ Φάρατζ και ο Εντ Μίλιμπαντ (των Εργατικών) για τους Σκωτσέζους μετά την πύρρειο νίκη του «Όχι» στο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας.
Οι εκλογές είναι πράγματι κρίσιμες: για το μέλλον της Βρετανίας στην ΕΕ, για την οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ, ακόμα και για το πόσο βαθιά στη δημόσια συζήτηση στο Γουέστμινστερ πλέον θα εισχωρήσουν τα επιχειρήματα υπέρ της διάσπασης του Ηνωμένου Βασιλείου.
Και ενώ όλα πράγματι είναι ανοιχτά, η ατμόσφαιρα εδώ και λίγους μήνες έχει μεταβληθεί. Ο Εντ Μίλιμπαντ δεν έχει καταφέρει να βρει μια δική του φωνή, τουλάχιστον μια φωνή που να δικαιώνει τις προσδοκίες και να πείθει. Προσπαθώντας να μην θυμίζει Μπλερ, αλλά και φοβούμενος να υπερασπιστεί πλήρως τις «κόκκινες» ρίζες του, μοιάζει στα μάτια πολλών Βρετανών ως μια πιο ελαφριά εκδοχή του Ντέιβιντ Κάμερον.
Αποτέλεσμα αυτού, σε συνδυασμό ίσως με μια μικρή βελτίωση στην οικονομία– σίγουρα όχι αισθητή από όλους τους πολίτες, αλλά παρόλα αυτά βελτίωση- είναι οι Συντηρητικοί να έχουν ανατρέψει δημοσκοπήσεις και προγνωστικά. Είναι ενδεικτικό ότι σε τουλάχιστον 20 από τα μεγαλύτερα γραφεία στοιχήματος στη Βρετανία ως πιθανότερο αποτέλεσμα εμφανίζεται η εκλογική νίκη των Τόρις.
Ακόμα και στελέχη των Εργατικών κατ’ ιδίαν παραδέχονται πως το παιχνίδι μάλλον είναι χαμένο, καθώς χρόνος για μια δραματική ανατροπή δεν υπάρχει– αν και πενήντα μέρες σε πολιτικό χρόνο είναι χρόνος αρκετός για τα πάντα.
Ωστόσο, διαφορετική είναι η κουβέντα όταν το ερώτημα είναι ποιος θα κυβερνήσει τελικά. Ακριβώς όπως η εποχή των δύο, άντε τριών μεγάλων κομμάτων έχει παρέλθει, έτσι έχουν παρέλθει και οι εποχές των αυτοδύναμων κυβερνήσεων.
Ο κ. Κάμερον δε θέλει αλλά ίσως χρειαστεί να υποκύψει στις απαιτήσεις του Φάρατζ, καθώς οι υπόλοιποι μνηστήρες μάλλον ζητούν πράγματα αντίθετα με την ιδεολογική κατεύθυνση του κόμματος. Ο Μίλιμπαντ δε θέλει αλλά ίσως χρειαστεί να βασιστεί σε μια άτυπη συνεργασία με τους Σκωτσέζους εθνικιστές για να κυβερνήσει. Ο ηγέτης των Εργατικών απέκλεισε μεν το ενδεχόμενο συνασπισμού με το SNP, αλλά όχι μιας χαλαρής συμφωνίας με παροχή ψήφου εμπιστοσύνης και ad hoc στήριξης. Μπορεί να μην ηγείται πια του κόμματος, αλλά ο Άλεξ Σάλμοντ ίσως πάρει την εκδίκησή του, καθιστώντας το κόμμα που θέλει τη διάσπαση του Ηνωμένο Βασιλείου ρυθμιστή των αποφάσεων που λαμβάνονται από το Λονδίνο.
Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες του Νικ Κλεγκ έχουν καταποντιστεί στις δημοσκοπήσεις και τα προγνωστικά, αλλά πολύ πιθανό είναι εντός παρά εκτός κυβέρνησης να είναι.
Όλα αυτά ασφαλώς, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, είναι ενδεικτικά της αμφισβήτησης των παραδοσιακά μεγάλων κομμάτων από τους ψηφοφόρους – όχι μόνο νέους και επαναστάτες, αλλά ακόμα και από παραδοσιακούς αλλά απογοητευμένους ψηφοφόρους.
Τα κόμματα που θα αναλάβουν τον ρόλο του ρυθμιστή διαφοροποιούνται ξεκάθαρα το ένα από το άλλο επί βασικών τομέων πολιτικής και ιδεολογικών κατευθύνσεων, σε αντίθεση θα μπορούσε κανείς να πει με τα δύο-τρια μεγάλα κόμματα. Υπό αυτή την έννοια, αυτές οι εκλογές είναι πιο «πολιτικές» και σίγουρα εκλογές των πολιτών και όχι των αρχηγών, των χαρισματικών ή εκκεντρικών φυσιογνωμιών ή των επικοινωνιολόγων που συχνά καπελώνουν τους πραγματικούς πρωταγωνιστές.
Τελευταία Ενημέρωση: 07 Φεβρουαρίου 2021 - 08:51
https://news.rik.cy/el/article/2015/3/16/amphirropo-to-apotelesma-ton-eklogon-ste-bretania-7685986/